Συμβουλεύει η κα Κατερίνα Στεφανάκη, Ενδοκρινολόγος Γ.Ν. Αλεξάνδρα
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις (ΚΑΠ) αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου στις γυναίκες, ξεπερνώντας τον καρκίνο του μαστού και άλλες σοβαρές ασθένειες. Παρόλα αυτά, η καρδιαγγειακή υγεία των γυναικών δεν έχει λάβει την προσοχή που της αξίζει, τόσο από την επιστημονική κοινότητα όσο και από το ευρύ κοινό. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε τον παγκόσμιο επιπολασμό και τις επιπτώσεις της Καρδιαγγειακής νόσου (ΚΑΝ) στις γυναίκες.
Φαίνεται ότι οι γυναίκες παραμένουν ανεπαρκώς μελετημένες, αναγνωρισμένες, διαγνωσμένες και θεραπευμένες. Επιπλέον, oι φύλο-εξαρτώμενοι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί της νόσου παραμένουν ασαφείς. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση εμφραγμάτων και θνησιμότητας από ΚΑΝ σε νέες γυναίκες, που μπορεί να αποδοθεί στο ότι οι γυναίκες παρουσιάζουν διαφορετικά συμπτώματα, διαφορετική παθοφυσιολογία και συχνά υποδιαγιγνώσκονται ή δεν λαμβάνουν την κατάλληλη θεραπεία. Για παράδειγμα, ενώ οι άνδρες συχνά εμφανίζουν έντονο πόνο στο στήθος, οι γυναίκες μπορεί να παρουσιάσουν πιο «σιωπηλά» συμπτώματα όπως κόπωση, δύσπνοια ή ναυτία.
Είναι πολύ σημαντικό να αναγνωριστούν και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι παράγοντες κινδύνου για τις γυναίκες, που είναι: η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η δυσλιπιδαιμία, το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή. Επιπλέον, υπάρχουν γυναικολογικοί και ορμονικοί παράγοντες που επηρεάζουν την καρδιαγγειακή υγεία, όπως το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, οι επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη (π.χ. η προεκλαμψία, ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης) και η εμμηνόπαυση.
Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος εμφάνισης ΚΑΝ αυξάνεται σημαντικά κατά την 5η δεκαετία της ζωής μιας γυναίκας, που συμπίπτει με την εμμηνόπαυση. Η εμμηνόπαυση είναι μια περίοδος σημαντικών συμπτωματικών, ορμονικών, εμμηνορροϊκών και άλλων φυσιολογικών αλλαγών που σχετίζονται με τη ΚΑΝ. Η μείωση των οιστρογόνων οδηγεί σε χαρακτηριστικές καρδιομεταβολικές αλλαγές, όπως μεταβολές στην κατανομή του σωματικού λίπους, διαταραχές στα επίπεδα των λιποπρωτεϊνών και μεταβολές στους ενδοθηλιακούς δείκτες.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εμμηνόπαυσης, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου, του τύπου και των συμπτωμάτων, παίζουν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό του κινδύνου για ΚΑΝ, με παράγοντες όπως η πρώιμη ή η χειρουργική εμμηνόπαυση να συμβάλλουν στην αύξηση του κινδύνου. Ακόμα τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, όπως τα αγγειοκινητικά συμπτώματα, οι διαταραχές του ύπνου και οι αλλαγές στη διάθεση, συνδέονται με δυσμενείς καρδιακές εκβάσεις.
Τέλος, η καρδιαγγειακή υγεία των γυναικών δεν επηρεάζεται μόνο από βιολογικούς και ορμονικούς παράγοντες, αλλά και από κοινωνικούς, ψυχολογικούς και πολιτισμικούς. Οι γυναίκες παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης σε σχέση με τους άνδρες και συχνά αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο άγχος λόγω των πολλαπλών ρόλων που καλούνται να επιτελέσουν (εργασία, οικογένεια, φροντίδα ηλικιωμένων κ.ά.), γεγονός που μπορεί να επιβαρύνει την καρδιά και το κυκλοφορικό σύστημα.
Η πρόληψη είναι το κλειδί για τη διατήρηση της καρδιαγγειακής υγείας. Οι γυναίκες πρέπει να ενθαρρύνονται να υιοθετήσουν έναν υγιεινό τρόπο ζωής, που περιλαμβάνει ισορροπημένη διατροφή, τακτική σωματική άσκηση, αποφυγή του καπνίσματος και διαχείριση του άγχους. Η τακτική παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης, της χοληστερόλης και του σακχάρου είναι επίσης απαραίτητη.
Η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση είναι ζωτικής σημασίας. Οι γυναίκες πρέπει να γνωρίζουν τα συμπτώματα των καρδιαγγειακών παθήσεων και να ζητούν ιατρική βοήθεια χωρίς καθυστέρηση. Οι επαγγελματίες υγείας, από την πλευρά τους, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του φύλου στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία.