Υποχορδρίαση, Γιατρέ είστε σίγουρος πως δεν έχω κάποια σοβαρή ασθένεια;

Πολλούς από εμάς σήμερα μας κατακλύζει το άγχος, το οποίο το καταπιέζουμε και δεν το εκφράζουμε λόγω της έντονης και δύσκολης καθημερινότητας μας. Το άγχος συσσωρεύεται και εκφράζεται μέσω σωματικών εκδηλώσεων, όπως νευραλγίες, πονοκεφάλους, παράλυση, πόνοι στη κοιλιακή περιοχή, δυσανεξία διαφορετικών τροφών, ναυτία κτλ.

Με αυτή τη διαδικασία δεν γίνεται αντιληπτή η αιτία των σωματικών εκδηλώσεων, με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε ότι πάσχουμε από μία ασθένεια. Το πρώτο βήμα είναι να απευθυνθούμε σε ειδικό γιατρό για ιατρική αξιολόγηση. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι γιατροί δεν βρίσκουν κάποια παθολογία και μας καθησυχάζουν. Ο πόνος όμως και οι ενοχλήσεις δε παύουν να υπάρχουν.

Γι’ αυτό θεωρούμε πρέπον να ζητήσουμε και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη ιατρική συμβουλή, μη τυχόν και κάποιος από τους γιατρούς δεν έχει κάνει σωστή διάγνωση.

Όταν και οι υπόλοιποι γιατροί επιβεβαιώσουν ότι είμαστε υγιείς και τα συμπτώματα εξακολουθούν να υφίστανται, αναρωτιόμαστε τι μπορεί να μας συμβαίνει. Τότε οι πιο απίθανες εκδοχές διαδέχονται κάθε λογική σκέψη που είχαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Μας κατακλύζουν σκέψεις όπως ότι η ασθένεια που πάσχουμε είναι πολύ σοβαρή, ίσως και θανατηφόρα. Τα βράδια αρχίζει να τα συνοδεύει η αϋπνία.

Πολλοί φοβούμενοι μην πεθάνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου τους μένουν ξάγρυπνοι κάθε νύχτα.

Ο φόβος για επικείμενο θάνατο σε συνδυασμό με την αϋπνία εξασθενούν τον οργανισμό μας με αποτέλεσμα να επιδεινώνονται τα συμπτώματα και να αυξάνεται η ανησυχία. Είναι μία διαδικασία που επαναλαμβάνεται κάθε φορά με δυσμενέστερες συνθήκες. Αν δεν σταματήσει έγκαιρα αυτός ο φαύλος κύκλος γινόμαστε υποχονδριακοί.

Πώς ορίζεται αυτή η ασθένεια, ποια είναι τα συμπτώματα της και πότε πρέπει να απευθυνθούμε σε ειδικό;

Σύμφωνα με το DSM IV (Εγχειρίδιο που περιέχει τα διαγνωστικά κριτήρια των ψυχικών διαταραχών) κατά την υποχονδρίαση:

  1. Το εκάστοτε άτομο ασχολείται με φόβους ή την ιδέα ότι έχει μια σοβαρή ασθένεια, που βασίζονται στην παρερμηνεία σωματικών συμπτωμάτων.
  2. Υπάρχει ενασχόληση που επιμένει παρά την κατάλληλη ιατρική αξιολόγηση και καθησύχαση.

Πότε πρέπει να απευθυνθώ σε ειδικό;

Σε γενικές γραμμές χρειάζεται να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό, όταν η ανησυχία μας ότι πάσχουμε από μια σοβαρή ασθένεια, μας αλλάζει και μας εμποδίζει να λειτουργούμε στον εργασιακό, κοινωνικό και οικογενειακό χώρο με φυσιολογικό τρόπο.

Πιο συγκεκριμένα, είναι απαραίτητο να αναφερθεί το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε χωρίς καμία αναβολή, όταν η περίοδος της έντονης ανησυχίας ξεπερνάει τους 6 μήνες. Πολλές φορές το άτομο δεν αναγνωρίζει ότι η ανησυχία πως έχει μια σοβαρή ασθένεια είναι υπερβολική ή παράλογη.

Σ’ αυτή την περίπτωση θα ήταν καλό να ενεργοποιηθεί το οικογενειακό περιβάλλον του και να λάβει από τον ειδικό τις κατάλληλες συμβουλές.

Τρόποι θεραπείας

Η υποχονδρίαση αντιμετωπίζεται επιτυχώς με τη ψυχοθεραπεία. Η ψυχοθεραπεία βοηθάει στην αντιμετώπιση αγχωγόνων καταστάσεων και στην εκλογίκευση του υπερβολικού φόβου. Ο ψυχολόγος εκπαιδεύει τον ψυχοθεραπευόμενο να χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές και δεξιότητες που τον απεγκλωβίζουν από τις υπερβολικές και παράλογες σκέψεις.

Η διαδικασία αυτή γίνεται εφικτή με την βραχύχρονη γνωστική ψυχοθεραπεία, η οποία εστιάζει στις διεργασίες της σκέψης μας. Εκτός από αυτήν, άλλα είδη ψυχοθεραπείας, τα οποία είναι μακροχρόνια και πιο διεισδυτικά, όπως η ψυχαναλυτική και η συστημική ψυχοθεραπεία, αναζητούν μέσα από διάφορες εμπειρίες τη γενεσιουργό αιτία της υποχορδρίασης και την επεξεργάζονται. Η ενημέρωση είναι απαραίτητη προκειμένου να επιλεχθεί η καταλληλότερη δυνατή ψυχοθεραπεία.

Η υποχονδρίαση αντιμετωπίζεται με μεγάλη επιτυχία και θεραπεύεται. Εάν κάποιος από εσάς έχει στην άκρη του μυαλού του έστω και μια αμφιβολία ότι δε πάσχει από σοβαρή ασθένεια αλλά από ψυχολογική, ας δώσει στον εαυτό την ευκαιρία να ανακουφιστεί.

Συμβουλεύει η κα Ελευθερία Στεργιοπούλου, Ψυχολόγος

Μοιράσου τη γνώση. Κοινοποίησε το!