Τι είναι, τι προκαλούν και τι πρέπει να κάνουμε
Έγκλειστα δόντια, κανονικά ή υπεράριθμα, θεωρούνται όσα δεν φαίνονται μέσα στο στόμα, και τούτο γιατί για διάφορους λόγους εμποδίζεται η ανατολή τους. Απαντώνται συνήθως στη λευκή φυλή.
Στις αιτίες που αλλάζουν την προς τα άνω πορεία των δοντιών της κάτω γνάθου και την προς τα κάτω των δοντιών της άνω γνάθου συμπεριλαμβάνονται κυρίως:
- η έλλειψη χώρου στη φατνιακή ακρολοφία ώστε να χωρέσουν όλα τα δόντια
- η δυσαρμονία μεταξύ των στοιχείων που κληρονομούνται από τους γονείς π.χ. μικρή γνάθος από τη μητέρα και μεγάλα δόντια από τον πατέρα
- μερικά σύνδρομα που χαρακτηρίζονται από ύπαρξη κύστεων με έγκλειστα δόντια από την περίοδο ανάπτυξης ακόμα του ατόμου
- μέχρι και η μη σωστή λειτουργία της μάσησης (δηλ. η χρήση μόνο μαλακών ή υγρών τροφών).
Πρώτοι σε συχνότητα έγκλισης είναι οι τρίτοι γομφίοι ή σωφρονιστήρες (περίπου 90%), ακολουθούν οι κυνόδοντες (5%) και πολύ λιγότερο οι προγόμφιοι και οι πλάγιοι τομείς.
Η κατεύθυνση που έχουν τα έγκλειστα δόντια είναι: οριζόντια, άλλοτε κάθετη, άλλοτε με κλίση, ακόμη και ανάστροφη. Τα έγκλειστα δόντια μπορεί να βρίσκονται πλήρως καλυμμένα από οστούν και μαλακά μόρια ή μερικώς από μαλακά μόρια, οπότε προβάλει στο στόμα μόνο ένα μικρό τμήμα τους (ημιέγκλειστοι).
Τα έγκλειστα δόντια αποκαλύπτονται τυχαία σε ακτινολογικό έλεγχο, ή από τις επιπλοκές που προκαλούν. Και αυτές είναι:
- περιστεφανίτιδα
- τρισμός
- απόστημα
- συρίγγιο ενδοστοματικό ή εξωστοματικό
- καταστροφή παρακείμενου δοντιού εκ πιέσεως
- επαλληλία δοντιών
- σύνδρομο κροταφογναθικής διάρθρωσης
- κεφαλαλγία
- νευραλγία κάτω φατνιακού
- διόγκωση λεμφογαγγλίων σύστοιχα
Σε περίπτωση εγκλείστου μετά κύστεως μπορεί να παρουσιαστεί διάταση του οστού και της παρειάς ή έκκριση πύου από τα ούλα. Σε περίπτωση νωδών ατόμων μπορεί η οδοντοστοιχία με το συνεχή τραυματισμό να προκαλέσει ανατολή του εγκλείστου στο στόμα.
Επιπρόσθετα, συχνά σε τραυματισμούς της κάτω γνάθου μπορεί να συμβεί κάταγμα στη θέση του υπάρχοντος εγκλείστου τρίτου γομφίου.
Η αντιμετώπιση των εγκλείστων είναι πάντοτε χειρουργική με τοπική, ή, γενική αναισθησία. Η αφαίρεσή τους είναι επιβεβλημένη σε ύπαρξη κάποιας επιπλοκής, ενώ όταν δεν υπάρχει συμπτωματολογία συνιστάται ο προγραμματισμός για αφαίρεσή τους εν ψυχρώ, προς αποφυγή μελλοντικών επιπλοκών.
Συμβουλεύουν οι: Παπακώστα Β., Στοματογναθοπροσωπικός Χειρουργός και Κουμουρά Φ., Αν. Διευθύντρια, Στοματογναθοπροσωπικός Χειρουργός