Αρθρώσεις είναι οι θέσεις στις οποίες τα οστά έρχονται σε επαφή. Η κίνηση του σώματος οφείλεται στην παρουσία αρθρώσεων. Η επαφή των οστών στις αρθρώσεις γίνεται με την παρεμβολή του αρθρικού χόνδρου. Ο καρπός είναι η άρθρωση που σχηματίζεται από τα 8 μικρά οστά του καρπού και από το περιφερικό άκρο των δύο μακρών οστών που σχηματίζουν το αντιβράχιο, της κερκίδας και της ωλένης.
Η κερκίδα είναι το οστό που βρίσκεται στην πλευρά του αντίχειρα και η ωλένη στην πλευρά του μικρού δακτύλου. Η κερκίδα είναι σημαντικά μεγαλύτερη σε μέγεθος από την ωλένη.
Η κερκίδα και η ωλένη αποτελούνται ένα περίβλημα πυκνού φλοιώδους οστού ενώ το εσωτερικό τους αποτελείται από σπογγώδες οστό, το οποίο έχει δομή παρόμοια με της κηρήθρας. Όταν ένας ασθενής προσβληθεί από οστεοπόρωση, το σπογγώδες οστό αρχικά και στη συνέχεια και το φλοιώδες γίνονται περισσότερο λεπτά, μειώνεται η ποσότητά και υποβαθμίζεται η ποιότητά τους. Ως αποτέλεσμα μειώνεται σημαντικά η αντοχή του οστού σε όλες τις καταπονήσεις.
Όταν κάποιος άνθρωπος παραπατά και πέφτοντας στηρίζεται στην παλάμη του η κερκίδα και η ωλένη δέχονται σημαντική φόρτιση, η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες απορροφάται από το οστό χωρίς άλλα επακόλουθα. Όταν όμως μειωθεί σημαντικά η ικανότητα του οστού να απορροφά δυνάμεις, όπως συμβαίνει στην οστεοπόρωση, τότε το οστό υφίσταται κάταγμα. Ο όρος κάταγμα είναι απολύτως ισοδύναμος με τον περισσότερο κοινό όρο σπάσιμο.
Το οστεοπορωτικό κάταγμα προκαλείται μετά από μικρή καταπόνηση του άκρου, όπως είναι η πτώση στο έδαφος από την όρθια θέση, κατά την οποία φυσιολογικά δεν προκαλείται κάταγμα.
Το κάταγμα προκαλεί πόνο, πρήξιμο, εκχύμωση, παραμόρφωση και αδυναμία κίνησης του καρπού. Η εμφάνιση ενός οστεοπορωτικού κατάγματος αποτελεί απόδειξη παρουσίας οστεοπόρωσης, ακόμα και εάν η μέτρηση της οστικής πυκνότητας στο ισχίο ή στην σπονδυλική στήλη δεν είναι απολύτως παθολογική.
Εκτός από το κάταγμα στο περιφερικό άκρο του αντιβραχίου άλλα οστεοπορωτικά κατάγματα είναι τα κατάγματα των σπονδύλων της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου.
Αντιμετώπιση οστεοπορωτικών καταγμάτων
Τα οστεοπορωτικά κατάγματα προκαλούν σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα της ζωής των ασθενών και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται κατάλληλα. Η αντιμετώπιση των περισσότερων οστεοπορωτικών καταγμάτων του αντιβραχίου είναι συνήθως συντηρητική, δηλαδή μη χειρουργική. Τα κατάγματα του περιφερικού άκρου της κερκίδας θα πρέπει να ανατάσσονται υπό αναισθησία το συντομότερο δυνατόν και να ακινητοποιούνται με γύψο μέχρι να πωρωθούν, για διάστημα 4-6 εβδομάδων.
Δεν είναι ηθικά αποδεκτό η ανάταξη του κατάγματος να γίνεται χωρίς αναισθησία. Μετά την αφαίρεση του γύψου είναι αναγκαία η κατάλληλη φυσικοθεραπεία προκειμένου να αποκατασταθεί πλήρως η λειτουργία του χεριού και του καρπού.
Κατά την διάρκεια της ακινητοποίησης με γύψο η θέση του κατάγματος θα πρέπει να παρακολουθείται τακτικά επειδή υπάρχει κίνδυνος παρεκτόπισης, η οποία απαιτεί καινούριο χειρισμό ανάταξης ή χειρουργική διόρθωση. Επίσης κατά τις πρώτες 48 ώρες μετά την εφαρμογή του γύψου μπορεί να εμφανιστεί λόγω του μεγάλου πρηξίματος του χεριού σημαντική πίεση των νεύρων του χεριού, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα με διάνοιξη του γύψου.
Ορισμένα οστεοπορωτικά κατάγματα στην περιοχή του καρπού θα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Τέτοια κατάγματα είναι αυτά με σημαντικό οίδημα (πρήξιμο) που εμποδίζει την κατάλληλη τοποθέτηση του γύψου, κατάγματα με σημαντική συντριβή που δεν ανατάσσονται κλειστά, κατάγματα με καταστροφή της αρθρικής επιφάνειας, κατάγματα με πίεση των νεύρων του χεριού και ιδίως του μέσου νεύρου, κατάγματα με τραυματισμό του δέρματος με αποτέλεσμα την επικοινωνία του περιβάλλοντος με το κάταγμα και κατάγματα που παρεκτοπίζονται ενώ αρχικά αντιμετωπίζονται με γύψο.
Εάν ένα κάταγμα στο περιφερικό άκρο του αντιβραχίου δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα είναι δυνατό να προκληθούν σημαντικά προβλήματα στην λειτουργία του χεριού όπως είναι η δυσκαμψία, η αρθρίτιδα, η νευραλγία και ο πόνος. Αυτά τα προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται ούτε εύκολα ούτε αποτελεσματικά.
Μετά από την πρόκληση ενός οστεοπορωτικού κατάγματος στον καρπό είναι σημαντική η διερεύνηση του ασθενή όσον αφορά στη κατάσταση των οστών του ενώ συχνά ενδείκνυται η έναρξη αντιοστεοπορωτικής αγωγής. Η πρόληψη είναι σημαντικότερη από την θεραπεία και συνίσταται στη διατήρηση της υγείας των οστών, στην πρόληψη των πτώσεων και στην πρώιμη έναρξη αντιοστεοπορωτικής αγωγής.
Συμβουλεύει ο κύριος Ιωάννης Χιώτης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός Διδάκτωρ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου