Αλλάζουν οι ανάγκες σε ασβέστιο και βιταμίνη D κατά την κύηση και τη γαλουχία;
Η κύηση και η γαλουχία αποτελούν εξαιρετικά απαιτητικές καταστάσεις για το μητρικό σκελετό. Υπολογίζεται οτι κατά το 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και κατά τη γαλουχία μεταφέρονται καθημερινά από τη μητέρα προς το έμβρυο-βρέφος 300 mg ασβεστίου.
Οι ανάγκες αυτές αντιρροπούνται από αντίστοιχες μεταβολές στην ομοιόσταση του ασβεστίου στη μητέρα. Ειδικότερα, στη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρείται αύξηση της εντερικής απορρόφησης ασβεστίου, με παράλληλη αύξηση της νεφρικής αποβολής αυτού. Kατά τη γαλουχία η εντερική απορρόφηση του ασβεστίου επανέρχεται στο φυσιολογικό, ενώ μειώνεται σημαντικά η νεφρική αποβολή του.
Οι μεταβολές αυτές συνοδεύονται από αύξηση της 1,25 (ΟΗ)2 D3, αύξηση της PTHrp κατά την κύηση. Κατά το θηλασμό παρατηρείται ομαλοποίηση των τιμών της βιταμίνης D, περαιτέρω αύξηση της PTHrp, με προοδευτική αποκατάσταση αυτών με τον τερματισμό του θηλασμού.
Σε κάθε περίπτωση κατά την κύηση και γαλουχία, η μητέρα πρέπει να προσλαμβάνει 1200 mg ασβεστίου και τουλάχιστον 600IU βιταμίνης D (ορισμένοι προτείνουν εως 2000 IU). Στόχος είναι τα επίπεδα βιταμίνης D να είναι τουλάχιστον 20 ng/ml.
Μπορεί να παρατηρηθεί μείωση της οστικής πυκνότητας στην κύηση ή στη γαλουχία;
Οι μελέτες αναφορικά με την επίδραση στην οστική πυκνότητα είναι σχετικά περιορισμένες. Mειονεκτούν τόσο σε αριθμό ελεγχόμενων γυναικών, σε σχεδιασμό (αντιπροσωπευτικές μελέτες, απουσία ορθής ομάδας ελέγχου), ενώ είναι όπως αναμένεται μικρός ο αριθμός μελετών με DXA.
Τα δεδομένα συγκλίνουν στο οτι στη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρείται μείωση της BMD στην ΟΜΣΣ της τάξεως του 4-5%, με μικρότερου βαθμού απώλεια σε άλλες θέσεις. Κατά τη γαλουχία παρατηρείται πρώιμα ( 3 μήνες) μεγαλύτερη απώλεια τόσο σε περιοχές σπογγώδους όσο και φλοιώδους οστού, η οποία περιορίζεται με την πρώιμη αποκατάσταση της εμμήνου ρύσεως.
Αναφορικά με την αποκατάσταση της οστικής μάζας με τη διακοπή της γαλουχίας, οι περισσότερες μελέτες συγκλίνουν στο οτι οι παρατηρούμενες μεταβολές κατά την εγκυμοσύνη και τη γαλουχία κατά το πλείστον αποκαθίστανται.
Ποια είναι η επίδραση των κυήσεων στη μελλοντική οστική πυκνότητα και στον κίνδυνο κατάγματος;
Σχετικά με το μελλοντικό κίνδυνο οστεοπόρωσης, οι μελέτες αποδεικνύουν οτι οι γυναίκες που έχουν τεκνοποιήσει παρουσιάζουν συγκρίσιμη ή και μεγαλύτερη οστική πυκνότητα συγκριτικά με γυναίκες που δεν έχουν τεκνοποιήσει, παρότι η χρήση άτεκνων γυναικών ως ομάδα ελέγχου είναι προβληματική.
Τέλος αναφορικά με τον μελλοντικό κίνδυνο καταγμάτων, τα δεδομένα συγκλίνουν στο οτι η τεκνοποίηση σχετίζεται με συγκρίσιμο ή και μικρότερο κίνδυνο καταγμάτων ισχίου, ενώ η γαλουχία δεν φαίνεται να συνοδεύεται από αύξηση του κινδύνου οστεοπορωτικών καταγμάτων.
Μπορεί να εμφανισθεί οστεοπόρωση κατά την κύηση ή τη γαλουχία;
Η εμφάνιση οστεοπόρωσης κατά την κύηση ή και τη γαλουχία είναι σπάνια. Μπορεί να εμφανισθεί είτε στα πλαίσια προηγούμενου γνωστού ή όχι μεταβολικού νοσήματος των οστών (πχ ατελής οστεογένεση) είναι να είναι ιδιοπαθής.
Συνήθως εκδηλώνεται κατά τη γαλουχία ή στο 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης με επίμονη ραχιαλγία λόγω σπονδυλικών καταγμάτων. Άλλη μορφή αποτελεί η παροδική οστεοπόρωση του ισχίου. Η αντιμετώπιση είναι κατά κανόνα συντηρητική.
Συνίσταται στην αποκατάσταση του όποιου ελλείμματος ασβεστίου και βιταμίνης D. Στις περισσότερες περιπτώσεις συνίσταται η διακοπή ή η αποφυγή του θηλασμού. Αναφορικά με ειδικές φαρμακευτικές θεραπείες, για την οστεοπόρωση υπάρχουν λίγα στοιχεία με χρήση διφωσφονικών ή και τεριπαρατίδης με καλά αποτελέσματα.
Σε κάθε περίπτωση η χρήση φαρμάκων για την οστεοπόρωση, σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, θα πρέπει να γίνεται από κέντρα με ιδιαίτερη εμπειρία στα μεταβολικά νοσήματα των οστών.
Συμβουλεύει ο Δρ. Συμεών Τουρνής, Ενδοκρινολόγος, ΕΕΠΜΣ, Πανεπιστήμιο Αθηνών.