Η πρώτη εμφάνιση έμμηνου ρύσεως (ΕΡ) δηλαδή η εμμηναρχή, συμβαίνει συνήθως μεταξύ 11 και 13 ετών. Αποτελεί το τελικό γεγονός σε μια σειρά μεταβολών που γίνονται στην εφηβεία όπως αύξηση του στήθους, εμφάνιση τρίχωσης μασχάλης και εφηβαίου, ωρίμανση έξω και έσω γεννητικών οργάνων, αύξηση ύψους και σηματοδοτεί την είσοδο της γυναίκας στην αναπαραγωγική της ηλικία.
Έμμηνος ρήση
Αυτό σημαίνει ότι περιοδικά -περίπου κάθε μήνα- κάποιο ωάριο από τις ώριμες πλέον ωοθήκες φτάνει σε επίπεδα ωρίμανσης για να συμβεί η λεγόμενη ωορρηξία, μετά την οποία το ωάριο μπορεί να γονιμοποιηθεί. Η μη γονιμοποίηση του ωαρίου ακολουθείται από μια σειρά φυσιολογικών ορμονολογικών και απεικονιστικών (σε μήτρα και ωοθήκες) αλλαγών με τελικό αποτέλεσμα την απόπτωση του «εσωτερικού υμένα» της μήτρας (ενδομήτριο) και εμφάνιση αιμορραγίας (έμμηνου ρύσεως).
Φυσιολογικά η έμμηνος ρύση από την εμφάνιση της (εμμηναρχή) και μετά συμβαίνει κυκλικά ανά 21-35 ημέρες με μέσο όρο 28 ημερών και μέχρι περίπου τη ηλικία των 50 ετών (από 45 έως και 55) όπου συνήθως γίνεται η οριστική παύση της. Η εμμηναρχή και η τακτική κυκλική ανά μήνα εμφάνιση της έμμηνου ρύσεως είναι το αποτέλεσμα της σωστής συνεργασίας 4 διαφορετικών μερών (ενός νοητού άξονα) του ανθρώπινου σώματος διαμέσου των ορμονών που εκκρίνουν: του υποθαλάμου (κεντρικό νευρικό σύστημα) και της υπόφυσης που βρίσκονται στο κέντρο του εγκεφάλου των έσω-ενδοκοιλιακών γεννητικών οργάνων των ωοθηκών και των τελικών γεννητικών οργάνων της μήτρας και του κόλπου.
Αμηνόρροια ονομάζεται η απουσία ή διακοπή της έμμηνου ρύσεως. Χαρακτηρίζεται σαν πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Πρωτοπαθής αμηνόρροια ονομάζεται η μη εμφάνιση έμμηνου ρύσεως όταν έχει συμπληρωθεί το 14ο έτος της ηλικίας και συγχρόνως δεν υπάρχει εμφάνιση των δευτερογενών χαρακτήρων του φύλου (ανάπτυξη μαστών, τρίχωση εφηβαίου-μασχαλών) ή η μη εμφάνιση ρύσεως όταν έχει συμπληρωθεί το 16ο έτος της ηλικίας ενώ υπάρχει πλήρη ανάπτυξη των δευτερογενών χαρακτήρων του φύλου.
Δευτεροπαθής αμηνόρροια ονομάζεται η μη εμφάνιση έμμηνου ρύσεως για διάστημα τουλάχιστον 3 μηνών σε γυναίκες όπου έχει υπάρξει εμμηναρχή και είχαν φυσιολογικούς κύκλους ή η απουσία έμμηνου ρύσεως για διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών σε γυναίκες με προϋπάρχουσες διαταραχές περιόδου (αραιομηνόρροια).
Τα αίτια της αμηνόρροιας είναι διάφορα. Ένας αδρός τρόπος να τα ταξινομήσουμε είναι ανάλογα με πιο μέρος του οργανισμού από 4 προαναφερθέντα (που συνεργάζονται για την ομαλή και κυκλικά εμφάνιση έμμηνου ρήσεως) εδράζεται η διαταραχή. Το πιο συχνό αίτιο αμηνόρροιας είναι το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Αποτελεί ένα σύνολο ετερόκλητων διαταραχών περισσότερο παρά μια νοσολογική οντότητα με συγκεκριμένη εμφάνιση.
Αυξημένα ανδρογόνα στο αίμα αλλά και στο μικροπεριβάλλον των ωοθηκών σχεδόν πάντα, υπερτρίχωση συχνά, πολυκυστική εμφάνιση των ωοθηκών συχνά, διαταραχή στην έκκριση των ορμονών της υπόφυσης (LH), αυξημένη ινσουλίνη και παχυσαρκία ενίοτε είναι τα κύρια κλινικά και ορμονολογικά χαρακτηριστικά του συνδρόμου. Το τελικό αποτέλεσμα είναι απουσία της ωορρηξίας (ανωοθυλακιορηξία) και αμηνόρροια.
Η σημαντική απώλεια βάρους (με μεγάλη απώλεια του σωματικού λίπους) λόγω μειωμένης πρόσληψης τροφής, τα σοβαρά χρόνια νοσήματα, ή έντονη άσκηση και το stress δρουν στον υποθάλαμο και την υπόφυση και διαταράσσουν διάφορους εκκριτικούς ορμονικούς μηχανισμούς με αποτέλεσμα αμηνόρροια. Ιδιαίτερα η έναρξη σε μικρή ηλικία της έντονης σωματικής δραστηριότητας (π.χ. αθλήτριες γυμναστικής) σχετίζεται με καθυστέρηση της εμμηναρχής.
Η ψυχογενής ανορεξία (έντονη δίαιτα ή ακόμη και άρνηση λήψεως τροφής υπό το φόβο παχυσαρκίας- με φυσιολογικό υπάρχον βάρος) μια σύνθετη ψυχονευροενδοκρινική δυσλειτουργία που εκδηλώνεται συνήθως στην εφηβεία προκαλεί επίσης διαταραχές στην ομαλή λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος- υποθαλάμου με αποτέλεσμα αμηνόρροια.
Φλεγμονώδεις ή διηθητικές νόσοι στον υποθάλαμο και τη υπόφυση (σαρκοείδωση, αιμοχρωμάτωση κλπ), διάφορα καλοήθη ή κακοήθη νεοπλάσματα υποθαλάμου(συνηθέστερο το κρανιφαρυγγίωμα) και υπόφυσης, ακτινοβολία του κρανίου, τραυματισμός και αιμορραγία του εγκέφαλου ή χειρουργικές επεμβάσεις στην περιοχή του υποθάλαμου και της υπόφυσης μπορούν να προκαλέσουν αμηνόρροια.
Το σύνδρομο Kallman (γενετική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από έλλειψη της ορμόνης GnRH που εκκρίνει ο υποθάλαμος και υποσμία ή πλήρη ανοσμία) το σύνδρομο Sheehan (χαρακτηρίζεται από οξεία νέκρωση της υπόφυσης συνήθως μετά από επίπονο τοκετό με αιμορραγία και σοκ) και το σύνδρομο κενού τουρκικού εφιππίου αποτελούν σπάνια αίτια αμηνόρροιας υποθαλαμικής και υποφυσιακής αιτιολογίας.
Συχνότερο αίτιο αμηνόρροιας αποτελούν διάφορες καταστάσεις που προκαλούν υπερπρολακτιναιμία – αυξημένη δηλαδή στο αίμα την ορμόνη που ονομάζεται προλακτίνη η οποία με την σειρά της δρα κατασταλτικά στην υπόφυση και στην ομαλή λειτουργία του άξονα. Μπορεί να συνυπάρχει ενίοτε και γαλακτόρροια.
Έτσι ο υποθυρεοειδισμός (συνήθως ο χρόνιος ακόμα και εάν δεν είναι ιδιαίτερα έντονος), η λοχεία και η γαλουχία (φυσιολογικές καταστάσεις που συνοδεύονται από αμηνόρροια η διάρκεια της οποίας εξαρτάται από την διάρκεια και την ένταση του θηλασμού), η χρήση κάποιων φαρμάκων (κυρίως αντιψυχωσικών π.χ. φαινοθειαζίδες κ.α.), τα προλακτινώματα (καλοήθεις όγκοι της υπόφυσης που παράγουν προλακτίνη), ευμεγέθεις καλοήθεις όγκοι υπόφυσης (δεν εκκρίνουν προλακτίνη ανεβάζουν όμως τα επίπεδα της στο αίμα μέσω έμμεσων μηχανισμών), ιδιοπαθής υπερπρολακτιναιμία (αγνώστου αιτιολογίας αύξηση της προλακτίνης) αποτελούν τις συνηθέστερες αιτίες αύξησης της προλακτίνης και πρόκλησης δευτεροπαθούς αμηνόρροιας.
Διαταραχές από τις ωοθήκες που προκαλούν αμηνόρροια είναι η γοναδική δυσγενεσία (δηλαδή εκ γενετής παθολογικές –ατροφικές ωοθήκες) με συνηθέστερη το σύνδρομο Turner (πρόκειται για χρωμοσωμική ανωμαλία- ένα φυσιολογικό φυλετικό χρωμόσωμα Χ και απουσία του άλλου- στα κορίτσια και εκδηλώνεται με πρωτοπαθή αμηνόρροια, κοντό ανάστημα, απουσία ανάπτυξης δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλλου, χαρακτηριστικά σωματικά στίγματα και ατροφικές ταινιοειδείς ωοθήκες) και η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια (χαρακτηρίζεται από δευτεροπαθή αμηνόρροια σε γυναίκες μικρότερες από 40 ετών – τα αίτια μπορεί να είναι διάφορα συνήθως όμως άγνωστα- ονομάζεται και πρόωρη εμμηνόπαυση).
Από τα τελικά όργανα του άξονα (μήτρα- κόλπος) το συνηθέστερο αίτιο αμηνόρροιας είναι το σύνδρομο Asherman. Εδώ η αμηνόρροια οφείλεται στην ανάπτυξη πολλαπλών ενδομήτριων συμφύσεων μετά από πολλαπλές αποβολές, αποξέσεις, καισαρικές κ.α. Ενδοκρινικές νόσοι όπως σύνδρομο Cushing, αρρενοποιητικοί όγκοι ωοθηκών ή επινεφριδίων, ενζυματικές βλάβες επινεφριδίων αποτελούν σπάνια αίτια αμηνόρροιας.
Διαταραχές έμμηνου ρήσεως 2 έως 3 χρόνια μετά την εμμηναρχή (όπου το σύστημα είναι ακόμα σχετικά ανώριμο) και στην περιεμμηνοπαυσιακή περίοδο που μπορεί να λαμβάνουν χώρα και σαν αμηνόρροια συνήθως δεν κρύβουν παθολογικά αίτια.
Η αμηνόρροια δεν είναι σπάνια κατάσταση. Μεγάλες περίοδοι με αμηνόρροια ακόμα και σε νέες γυναίκες ενέχουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του ενδομητρίου, λόγω της συνεχούς και μακράς έκθεσης του σε αυξημένα οιστρογόνα. Αν και δεν έχει αποδειχθεί σαφώς, πολλοί μελετητές θεωρούν ότι γυναίκες οι οποίες σαν νέες είχαν μεγάλες περιόδους με αμηνόρροια ενδεχομένως μετεμμηνοπαυσιακά να βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Αντίθετα είναι σαφές ότι μεγάλες περίοδοι με αμηνόρροια έχουν αρνητική δράση στην οστική πυκνότητα προκαλώντας είτε μη επίτευξη κορυφαίας οστικής πυκνότητας στις νέες, είτε απώλεια οστικής μάζας και οστεοπόρωση στις μεγαλύτερες.
Επιπρόσθετα, η απουσία έμμηνου ρύσεως (ανάλογα και με το αίτιο της αμηνόρροιας και τα επίπεδα των οιστρογόνων) έχει σημαντική επίπτωση στην πλειονότητα των γυναικών στην ψυχική διάθεση τους. Η θεραπεία που θα ακολουθηθεί είναι αιτιολογική. Είναι επομένως σημαντικό να διαγνωστεί έγκαιρα και με ακρίβεια από τον γιατρό η υποκείμενη διαταραχή που προκαλεί την αμηνόρροια ώστε να διορθωθεί.
Συμβουλεύει ο κος Ιωάννης Χριστοδούλου, Ενδοκρινολόγος